Η ετυμολογία της λέξης άνθρωπος
άνω + αθρώ(-εω) + ωψ(ωπός)
αθρώ (-εω): 1. βλέπω, παρατηρώ, θεώμαι. 2 εξετάζω νοερώς. 3 αντιλαμβάνομαι.
ωψ(ωπός)= 1. όμμα, οφθαλμός.2 όψις, πρόσωπον (Δ. Δημητράκου, Ορθογραφικό Λεξικό)
Ο φιλοκαλικός πατήρ Όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός γράφει :
η δε Ελλάς πάλιν εκ του άνω αθρείν ετυμολογεί τον άνθρωπον Φιλοκαλία, εκδ. οίκος ΑΣΤΗΡ, τόμος Τρίτος, σελ. 165 , έτος 1976.
Άλλοι μελετητές υποστηρίζουν, μάλλον λανθασμένα, ότι είναι από το ἄνω + θρώσκω («αναπηδώ») + ὄπωπα (αρχαϊκός παρακείμενος του ὁρῶ, «βλέπω»)
ΥΓ1: Και μόνο η αναφορά από τον Άγιο Πέτρο τον Δαμασκηνό λέει πολλά κατά την άποψή μου και εγώ λανθασμένα πίστευα χωρίς να ερευνήσω ότι είναι από το άνω + θρώσκω. Γι’αυτό ας ερευνάμε τας γραφάς.
ΥΓ2: Το facebook δεν επιτρέπει να γίνει linked η σελίδα με τον σύνδεσμο για το άρθρο αυτό από τον Κυπριανό Χριστοδουλίδη, την θεωρεί spam.