Αποσπάσματα από το «ΕΝΟΡΙΑ - Η μεγάλη μας οικογένεια» του Πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνού

Πρώτιστη ανάγκη είναι να βιώνεται η εσχατολογική αυτοσυνειδησία της Ορθοδοξίας και στη σημερινή ιστορική πραγματικότητα. Πώς δηλαδή θα λειτουργήσουμε, όλοι μαζί και η ενοριακή ζωή μας, ορθόδοξα, μέσα στα σημερινά πολιτικά - πολιτισμικά και κοινω­νικά δεδομένα.

Καμιά δυνατότητα όμως δυναμικής επιστροφής στην παράδοσή μας δεν είναι δυνατή, αν δεν ξεκαθα­ρισθεί πρώτα τί επιδιώκουμε. Αν δεν συνειδητοποιη­θεί η κατάστασή μας και η απόστασή της από την ορ­θόδοξη αυθεντικότητα (αυθεντική Ορθοδοξία) και αν δεν μας κυριεύσει ο «μανικός έρωτας» του «πρωτοκτίστου κάλλους» μας. Άλλωστε αυτό συμβαίνει πά­ντα. χωρίς συνειδητοποίηση της αμαρτίας η μετάνοια είναι αδύνατη. Ερωτάται όμως: πώς θα γνωρίζει ο σημερινός ορθόδοξος ποια είναι η αυθεντική ορθόδοξη ζωή, αν δεν έχει συνεχή και άμεση επαφή με την πατερική παράδοση;

Μόνο πατερικά μπορεί να συνειδητοποιηθεί, ότι κύριος σκοπός της Ενορίας δεν είναι να επιτελεί α­πλά κάποιο κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο ή να εξαντλείται σε «τελετές» και «πανηγύρεις» και λη­ξιαρχικές διεκπεραιώσεις, αλλά να είναι ζωντανό και ενεργό «εργαστήριο» σωτηρίας - θεώσεως. Να είναι στίβος αγώνα κατά του θανάτου, της αμαρτίας, της φθοράς και κολυμβήθρα αναγεννήσεως και αναστάσε­ως. Το κοινωνικό (φιλανθρωπικό) έργο τότε θα είναι εντεταγμένο μέσα στον αγώνα θεώσεως, η δε κοινωνι­κότητα και αδελφικότητα, θα είναι φυσικοί καρποί της κοινωνίας με την Άκτιστη Θεία Χάρη.

Τότε επιτυγχάνεται η αναγκαία ενότητα πνευματι­κής και κοινωνικοπολιτικής ζωής που είναι η φυσική ζωή του ορθοδόξου. Αυτή την έννοια έχει ο Αγια­σμός «επί εγκαταστάσει Δημοτικής ή Κοινοτικής Αρ­χής», που βρίσκουμε μέσα στο Ευχολόγιό μας.

Αυτή όμως η καθολική αυτοπαράδοσή μας στην ε­νοριακή ζωή απαιτεί την απόλυτη αποδέσμευσή μας από τα οποιαδήποτε δεσμά του κόσμου. Από πολιτι­κές παρατάξεις λ.χ. και ιδεολογίες, αλλά και συσσω­ματώσεις διάφορες -οποιασδήποτε φύσεως-, που ή αντιποιούνται το έργο της Ενορίας ή το περιθωριο­ποιούν και το αποδυναμώνουν.

Η εποχή μας, με όλη την πρόοδο που παρατηρείται στην αναπροσαρμογή των νοοτροπιών μας, προσφέ­ρεται για μια τέτοια επανενοριοποίηση της όλης ζωής μας.

Η «επιστροφή» αυτή (θα την έλεγα καλύτερα: με­τάνοια) είναι με την χάρη του Θεού δυνατή. Γιατί ο Θεός θέλησε να μείνει -παρά τις προσπάθειες πολ­λών για το αντίθετο- ζωντανό και ενεργό στη ζωή μας το πρότυπο της ενοριακής ζωής, που είναι το κοι­νοβιακό Μοναστήρι. Όσο υπάρχουν ορθόδοξα Μο­ναστήρια, δεν χάνεται η ελπίδα μας. Πάντα στην Ορθοδοξία (από τον δ’ αι.), διαμορφωνόταν η ενοριακή ζωή με βάση την λειτουργία του Μοναστηριού. Αυτό που μερικοί «προοδευτικοί» (κληρικοί και λαϊκοί) της εποχής, την εξάρτησή μας δηλαδή από το Μονα­στήρι, το θεωρούν ως κατάρα, στην ιστορία της Ρωμηοσύνης λειτούργησε ως ευλογία. Το Μοναστήρι, άλλωστε, έγινε στην εκκλησιαστική ζωή μας πρότυπο και κανόνας ζωής από το δ’ αιώνα, γιατί προηγουμέ­νως οι χριστιανικές κοινότητες αναπτύσσονταν σαν κοινόβια μέσα στον κόσμο, συνδυάζοντας πνευματικότητα και κοινωνικότητα, σε μια αδιάσπαστη ενότητα ζωής.

Σχολιασμός


01: 2020-06-06 07:45:57

Σχόλιο στο Facebook: 10222980219362484_10223040970561226 Σύμφωνα με τον μακαριστό π. Γεώργιο είναι αναγκαία η ενότητα πνευματι­κής και κοινωνικοπολιτικής ζωής που είναι η φυσική ζωή του ορθοδόξου. Αυτό ακριβώς δεν αντιλαμβανόμαστε σήμερα, νομίζουμε ότι ο αγιασμός σταματά μέσα στους ενοριακούς ναούς και δεν μεταφέρεται έξω, στις οικογένειές μας, στην εργασία μας, στους αδελφούς μας, στον συνάνθρωπό μας. Δυστυχώς το πολιτικό-κομματικό κατεστημένο, η ταξική δόμηση και η κατεξουσιαστική διάθεση στην κοινωνία μας αλλά πρωτίστως οι πολλές φορές μισάνθρωπες και άκρως κερδοσκοπικές εργασίες που επιτελούμε μας αποπροσανατολίζουν, εμάς τους Χριστιανούς, πλήρως από αυτόν τον στόχο και σκοπό της ζωής μας. Ευτυχώς όμως απέμειναν τα μοναστήρια ως πρότυπα Χριστιανικών κοινοτήτων και από εκεί μπορούμε να αντλίσουμε διδάγματα και δύναμη για να παλέψουμε να χτίσουμε κάτι ανάλογο στο μέλλον αν είναι θέλημα Θεού και δικό μας.